Το άγαλμα του Νίκου Καπετανίδη – Ποιος ήταν ο Πόντιος αγωνιστής
Στο σύνολο το μνημείο φτάνει στα 6.00 μέτρα από το έδαφος και πλαισιώνεται από δύο ισχυρούς ιστούς με την Ελληνική σημαία καθώς και αυτή των Κομνηνών Τραπεζούντας
Το περικαλλές μνημείο του Εθνομάρτυρα Νίκου Καπετανίδη αποτελεί την πλέον εμβληματικού χαρακτήρα πολιτισμική παρέμβαση σε ζητήματα Εθνικής μνήμης του Ελληνισμού της καθ’ημάς Ανατολής στην πρωτεύουσα των προσφύγων Σταυρούπολη.
Ο περίτεχνος μπρούντζος στηρίζεται σε λευκό μάρμαρο Δράμας αρίστης ποιότητας Παυλίδη και έχει υποστεί υψηλότατης ακρίβειας επεξεργασία στα ειδικά εργαστήρια Μπαϊρακτάρη Δράμας.
Στο σύνολο το μνημείο φτάνει στα 6.00 μέτρα από το έδαφος και πλαισιώνεται από δύο ισχυρούς ιστούς με την Ελληνική σημαία καθώς και αυτή των Κομνηνών Τραπεζούντας. Στη βάση των μαρμάρων ο διαπρεπής γλύπτης Γιώργος Κικώτης αναπαριστά σε μπρούντζινο διάκοσμο με εξαιρετική εκφραστική δύναμη τις στιγμές του Εθνομάρτυρα Νίκου Καπετανίδη που τον έστειλαν στην λεωφόρο της Αθανασίας. Εντός του δικαστηρίου στην Αμάσεια όπου κατεδαφίζει το παράνομο τουρκικό κατηγορητήριο. Προ της αγχόνης όπου αντιμετωπίζει τους δημίους του με απαράμιλλο θάρρος και φωνάζει Ζήτω η Ελλάς. Στη μετώπη έχει χαραχθεί η φράση του στο τελευταίο του γράμμα από την φυλακή στην οικογένεια του που την καλεί να μείνει ψύχραιμη. Αλλά και η πεποίθηση του ότι η θυσία του για την Ελλάδα είναι χρέος αναπόφευκτο.
Ποιος ήταν ο Νίκος Καπετανίδης
Ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους εθνομάρτυρες, που απαγχονίστηκε στα Δικαστήρια Ανεξαρτησίας σε ηλικία 32 ετών, πρόλαβε όμως και σημάδεψε με την πένα και τη στάση του τον ποντιακό αγώνα. Ο Νίκος Καπετανίδης γεννήθηκε στη Ριζούντα της Τραπεζούντας το 1889. Σπούδασε σε ένα από τα σημαντικότερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του Πόντου, το περίφημο Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Αρχικά εργάστηκε στην τράπεζα που διατηρούσαν οι αδελφοί Φωστηρόπουλοι, ενώ ταυτόχρονα ασχολούνταν με τη δημοσιογραφία και τη λογοτεχνία. Ως μαχητικός δημοσιογράφος, εκδότης και διευθυντής εφημερίδων και περιοδικών επέκρινε τα κακουργήματα και τις θηριωδίες των Τούρκων, με θάρρος και μαχητικότητα, ενώ ως θεατρικός συγγραφέας έγραψε χρονογραφήματα, κωμωδίες και δράματα που ανέβαιναν στο θέατρο της Τραπεζούντας. Συμμετείχε και στο γλωσσικό ζήτημα ως υποστηρικτής της δημοτικής γλώσσας στην εκπαίδευση.
Μαζί με άλλους επιφανείς Πόντιους, αποτέλεσαν την πνευματική ηγεσία του Πόντου η οποία αγωνίστηκε αφενός να προστατεύσει τους Έλληνες του Πόντου και αφετέρου σε συνεργασία με τον Βενιζέλο και τους ποντιακούς συλλόγους του εξωτερικού, να επιτύχουν την ανεξαρτησία ή αυτονομία του Πόντου.
Ο Καπετανίδης ήταν μια ευαίσθητη και ρομαντική ψυχή που συνέπασχε με τους συμπολίτες του όχι, μόνο, ως προς το εθνικό ζήτημα αλλά και στις καθημερινές αγωνίες επιβίωσής τους. Από την έλλειψη σιτηρών, για την οποία διερευνούσε αν οφειλόταν σε αισχροκέρδεια, μέχρι τη γρίπη και τη φυματίωση που μάστιζαν και δολοφονούσαν τους στερημένους και τα στοιχειώδη συμπολίτες του.
Το 1918, παραμονές της δεύτερης και σκληρότερης φάσης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, εξέδωσε την εφημερίδα «ΕΠΟΧΗ», η οποία αποτέλεσε τη μαχητικότερη ελληνική εφημερίδα του Πόντου τα δύσκολα εκείνα χρόνια. Φλογερός πατριώτης, αποκάλυπτε μέσα από τις στήλες της εφημερίδας του τις τουρκικές διώξεις εναντίον του ελληνικού στοιχείου.
«Η κακούργος σπείρα η οποία ηδονικώς και με ανέκφραστον αγριότητα ερρόφησε το αίμα μας καθ’ όλην την διάρκειαν του πολέμου, οι λησταί οι οποίοι παντοιοτρόπως μας εξεγύμνωσαν, οι δολοφόνοι οι οποίοι εσκότωσαν τόσα διαλεκτά παλληκάρια μας, οι κτηνάνθρωποι οι οποίοι δεν μας άφησαν κορίτσια και τιμήν, όλοι, τέλος, οι αισχροί εταίροι της Καμόρας, οι οποίοι έσπειραν εις την Κερασούντα τον όλεθρον, την ατιμίαν και τον θάνατον, ασυστόλως και προκλητικώτατα εξακολουθούν να επιβάλλωνται ακόμη επί των ταλαιπώρων Ελλήνων, εξακολουθούν να απειλούν, εξοπλίζουν τους διαφόρους κακούργους και τρομοκρατούν τους ομογενείς» έγραψε σ’ ένα άρθρο του καταγγέλοντας τον σφαγέα χιλιάδων Ελλήνων και Αρμενίων, Τοπάλ Οσμάν.
Τον Σεπτέμβριο του 1921 οι Τούρκοι πραγματοποίησαν έρευνα στο σπίτι του Καπετανίδη κι’ ανακάλυψαν επιστολή που του είχε αποστείλει ο Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης μεγάλος πατριώτης από τη Μασσαλία της Γαλλίας, που αγωνιζόταν για τη δημιουργία ανεξάρτητου ποντιακού κράτους. Η επιστολή ήταν αρκετή, προκειμένου να κατηγορηθεί ο Έλληνας δημοσιογράφος για εσχάτη προδοσία και προσπάθεια διαμελισμού της χώρας.
Συνελήφθη και μαζί με άλλους 68 Ελληνοπόντιους πατριώτες οδηγήθηκε σε δίκη παρωδία που στήθηκε στην Αμάσεια, όπου ο Καπετανίδης συγκλόνισε με το θάρρος και το πατριωτικό του σθένος. Όταν ο δικαστής Εμίν Μπέη Τσεβεσίογλου του απήγγειλε την ετυμηγορία «Θάνατο δι’ απαγχονισμού», επειδή αγωνίστηκε για την ανεξαρτησία του Πόντου ο Καπετανίδης σηκώθηκε και είπε: «Όχι κ. πρόεδρε … Εγώ ήθελα την απευθείας Ένωση του Πόντου με την Ελλάδα».
Ήταν 21 Σεπτεμβρίου 1921 όταν ο Καπετανίδης οδηγούνταν στην αγχόνη στο κέντρο της Αμάσειας. Όταν ανέβηκε στο ικρίωμα φώναξε μπροστά στο μαινόμενο συγκεντρωμένο πλήθος: «Ζήτω η Ελλάς» και πέρασε στο πάνθεον των ηρώων …
«Ο θάνατος είναι τιμή για όλους μας. Θαρσείτε και καρτερείτε, μια φορά κανείς πεθαίνει…».